vekiĝi

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
ρήμα vekiĝi
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας vekiĝas vekiĝanta vekiĝata
αόριστος vekiĝis vekiĝinta vekiĝita
μέλλοντας vekiĝos vekiĝonta vekiĝota
υποθετική vekiĝus - -
προστακτική vekiĝu - -

vekiĝi (eo)

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]