virgilien
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | virgilien | virgiliens |
θηλυκό | virgilienne | virgiliennes |
Επίθετο
[επεξεργασία]virgilien (fr)
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | virgilien | virgiliens |
θηλυκό | virgilienne | virgiliennes |
virgilien (fr)