volvo

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
volvo < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή ρίζα *welH- (γυρίζω, περιστρέφω)

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ˈwol.wo/ & /ˈwɔɫ.wɔ/

volvo

Συγγενικά

[επεξεργασία]