voragine
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Ιταλικά (it)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
voragine | voragini |
voragine (it) θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
voragine | voragini |
voragine (it) θηλυκό