west

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Επίθετο

[επεξεργασία]
παραθετικά
θετικός west
συγκριτικός further west / farther west
υπερθετικός furthest west / farthest west

west (en)

  1. δυτικός, που βρίσκεται προς τη δύση
    the west coast - η δυτική ακτή
    the furthest west end of Europe/the westernmost end of Europe - η πιο δυτική άκρη της Ευρώπης
  2. δυτικός, για άνεμο που προέρχεται από τη δύση
    a west wind - δυτικός άνεμος

Επίρρημα

[επεξεργασία]
παραθετικά
θετικός west
συγκριτικός further west / farther west
υπερθετικός furthest west / farthest west

west (en)

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

west (en) (μη μετρήσιμο, ενικός)

  • (συνήθως the west) η δύση, το σημείο του ορίζοντα
    The sun was sinking in the west.
    Ο ήλιος έπεφτε στη δύση.