wreath

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Προφορά

[επεξεργασία]

/riːθ/, /ɹiːθ/

Ετυμολογία en

[επεξεργασία]

wreath < παλαιοαγγλικά: writha

συγγενές του writhe

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

wreath (en)

  1. στεφάνι, στέφανος
  2. γιρλάντα
  3. κάτι που συστρέφεται ή καμπυλώνεται
    a wreath of smoke