yaka

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

yaka (tr)

  1. o γιακάς
    gömleğimin yakası - ο γιακάς του πουκάμισού μου
  2. η πλευρά
    Avrupa Yakası - η ευρωπαϊκή πλευρά