édredon

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /e.dʁə.dɔ̃/

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
édredon édredons

édredon (fr) αρσενικό