İskeçeli

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
İskeçeli < İskeçe + -li

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /iscɛt͡ʃɛˈli/

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

İskeçeli (tr)

  1. (πατριδωνυμικό) ο Ξανθιώτης, η Ξανθιώτισσα
  2. επώνυμο (ανδρικό ή γυναικείο)