Αγάθη
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Αγάθη | οι | Αγάθες |
γενική | της | Αγάθης | των | (Αγαθών) |
αιτιατική | την | Αγάθη | τις | Αγάθες |
κλητική | Αγάθη | Αγάθες | ||
Κατηγορία όπως «σκόνη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία 1
[επεξεργασία]- Αγάθη < ελληνιστική κοινή Ἀγάθη < αρχαία ελληνική ἀγαθός
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Αγάθη θηλυκό
- γυναικείο όνομα
- αρχαία ελληνική πόλη της Γαλατίας, το σημερινό Άγντ, ή εξελληνισμένα Άγδη
- αγία του Χριστιανισμού
- οικισμός της Αλμωπίας στην Πέλλα
- ανεξάρτητη αρχιεπισκοπή του Πατριαρχείου Αντιοχείας
Μεταφράσεις
[επεξεργασία]Ετυμολογία 2
[επεξεργασία]- Αγάθη < γενική ενικού του αρσενικού Αγάθης
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Αγάθη θηλυκό άκλιτο
Μεταγραφές
[επεξεργασία]Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος
[επεξεργασία]Αγάθη αρσενικό
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'σκόνη' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά με δύσχρηστη γενική πληθυντικού (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από την ελληνιστική κοινή (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Κύρια ονόματα (νέα ελληνικά)
- Γυναικεία ονόματα (νέα ελληνικά)
- Γυναικεία επώνυμα (νέα ελληνικά)
- Κλιτικοί τύποι κυρίων ονομάτων (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)