Γενιτσάρης

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: Γενίτσαρης
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Γενιτσάρης οι Γενιτσάρηδες
      γενική του Γενιτσάρη των Γενιτσάρηδων
    αιτιατική τον Γενιτσάρη τους Γενιτσάρηδες
     κλητική Γενιτσάρη Γενιτσάρηδες
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Βαμβακάρης - κλίση: μανάβης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ʝe.niˈt͡sa.ɾis/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Γε‐νι‐τσά‐ρης

Ετυμολογία 1

[επεξεργασία]
Γενιτσάρης < οθωμανική τουρκική یڭیچری (yeniçeri)• Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Γενιτσάρης αρσενικό

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]

Ετυμολογία 2

[επεξεργασία]
Γενιτσάρης < εθνικό Γενιτσάρης

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Γενιτσάρης αρσενικό (θηλυκό Γενιτσάρη)

Μεταγραφές

[επεξεργασία]