Ζεβεδαίος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Ζεβεδαίος < ελληνιστική κοινή Ζεβεδαῖος < εβραϊκή זבדי (zab-dee')
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /ze.veˈðe.os/
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Ζεβεδαίος αρσενικό
Εκφράσεις
[επεξεργασία]- τα παιδιά του Ζεβεδαίου ποιον είχαν πατέρα;: ερωτηματική έκφραση που χρησιμοποιείται είτε με σκωπτική διάθεση, είτε για να δείξει ότι τα συμπεράσματα είναι προφανή
Μεταφράσεις
[επεξεργασία]Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'δρόμος' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά αρσενικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από την ελληνιστική κοινή (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα εβραϊκά (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Κύρια ονόματα (νέα ελληνικά)
- Ανδρικά ονόματα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)