Κῦρος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αρχαία ελληνικά (grc)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Κῦρος < (άμεσο δάνειο) αρχαία περσική 𐎤𐎢𐎽𐎢𐏁 (kuruš)
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Κῦρος αρσενικό
- ανδρικό όνομα, Κύρος, όνομα Μεγάλων Βασιλέων της Περσίας
- Κῦρος ὁ πρότερος Κύρος ο πρεσβύτερος, o Κύρος Β΄ της Περσίας
- Κῦρος ὁ νεώτερος (Κύρος ο νεότερος, αδελφός του Αρταξέρξη