Παππού

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: παππού, πάππου

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Παππού < γενική ενικού του αρσενικού Παππούς

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /paˈpu/
τυπογραφικός συλλαβισμός:‐παπ‐πού

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Παππού θηλυκό, άκλιτο

Μεταγραφές

[επεξεργασία]


Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος

[επεξεργασία]

Παππού θηλυκό