Τορίνο
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]↓ πτώσεις | ενικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | Τορίνο | ||
γενική | του | Τορίνου | ||
αιτιατική | το | Τορίνο | ||
κλητική | Τορίνο | |||
Κατηγορία όπως «πεύκο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Τορίνο < ιταλική Torino < λατινική Augusta Iulia Taurinorum < Taurini < πρωτοκελτική *dubros (νερό) ή < πρωτοκελτική *tarwos (ταύρος)
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Τορίνο ουδέτερο
- πόλη της Ιταλίας, πρωτεύουσα του Πεδεμοντίου
Άλλες μορφές
[επεξεργασία]Δείτε επίσης
[επεξεργασία]- Τορίνο στη Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις
[επεξεργασία]Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'πεύκο' χωρίς πληθυντικό (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά ουδέτερα (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά χωρίς πληθυντικό (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα ιταλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα λατινικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από την πρωτοκελτική (νέα ελληνικά)
- Κύρια ονόματα (νέα ελληνικά)
- Πόλεις της Ιταλίας (νέα ελληνικά)
- Πόλεις (νέα ελληνικά)
- Τοπωνύμια της Ιταλίας (νέα ελληνικά)
- Τοπωνύμια (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)