Ψηλορείτης
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αυτό το λήμμα χρειάζεται επιμέλεια, ώστε να ανταποκρίνεται σε υψηλότερες προδιαγραφές συντακτικής ποιότητας ή μορφοποίησης. |
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Ψηλορείτης < Ὑψηλορείτης < ὑψηλ(ός) + ὄρ(ος) (από τη γενική: ὄρε(ος)) + -ίτης
Σημειώσεις
[επεξεργασία]- μια πηγή αναφέρει το εξής: Η λέξη Ψηλορείτης προέρχεται από την έκφραση ο «Υψηλορείτης Χριστός», δηλαδή ο ορεσίβιος, ο βουνίσιος Χριστός, λόγω της εκκλησίας που υπάρχει σε μια από τις ψηλότερες κορυφές του βουνού[1]
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /psi.loˈɾi.tis/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Ψη‐λο‐ρεί‐της
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Ψηλορείτης αρσενικό