άγνωμα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
άγνωμα < άγνωμος

Επίρρημα

[επεξεργασία]

άγνωμα

  1. χωρίς γνώμη
  2. (μεταφορικά) χωρίς σύνεση

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]