ακανθοκυτταρικός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- ακανθοκυτταρικός < άκανθα + -ο- + κυτταρικός (μεταφραστικό δάνειο από τη γαλλική squamous cell (carcinoma)
Επίθετο
[επεξεργασία]ακανθοκυτταρικός