ακκομπανιάρω

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
ακκομπανιάρω < γαλλική accompagnare < a- +‎ compagno +‎ -are < υστερολατινική companio < cum + λατινική panis

ακκομπανιάρω

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]