ακροβατισμός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- ακροβατισμός < ακροβάτης
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ακροβατισμός αρσενικό
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] ακροβατισμός
→ δείτε τη λέξη ακροβασία |