αντικαταναλωτικός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- αντικαταναλωτικός < αντικαταναλωτισμός + -ικός
Επίθετο
[επεξεργασία]αντικαταναλωτικός
- που έχει σχέση με τον αντικαταναλωτισμό ή αναφέρεται σ’ αυτόν
Συγγενικά
[επεξεργασία]- → δείτε τις λέξεις αντί και καταναλώνω
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] αντικαταναλωτικός
|