αντικομματικός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- αντικομματικός < αντί + κομματικός (μεταφραστικό δάνειο από τη γαλλική antiparti)
Επίθετο
[επεξεργασία]αντικομματικός, -ή, -ό
Συγγενικά
[επεξεργασία]- αντικομματικά
- → δείτε τις λέξεις κομματισμός, κόμμα και κόβω