αντιμικροβιακός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- αντιμικροβιακός < αντί + μικροβιακός (μεταφραστικό δάνειο από τη γαλλική antimicrobien)
Επίθετο
[επεξεργασία]αντιμικροβιακός, -ή, -ό
- (ιατρική) που καταπολεμά τα μικρόβια
Αντώνυμα
[επεξεργασία]Μεταφράσεις
[επεξεργασία] αντιμικροβιακός