αποβάλλομαι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: ἀποβάλλομαι

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /a.poˈva.lo.me/
τυπογραφικός συλλαβισμός: α‐πο‐βάλ‐λο‐μαι

αποβάλλομαι, π.αόρ.: αποβλήθηκα, (ενεργ.: αποβάλλω)

  • → δείτε την κλίση στο αποβάλλω και για τις παθητικές μετοχές