αποζημιώσεις

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ρηματικός τύπος

[επεξεργασία]

αποζημιώσεις

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) β' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος αποζημιώνω
  2. θα αποζημιώσεις: β' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος αποζημιώνω

Κλιτικός τύπος ουσιαστικού

[επεξεργασία]

αποζημιώσεις θηλυκό

  1. ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του αποζημίωση