ασπαραγινικό οξύ

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Συντακτικός τύπος ασπαραγινικού οξέος.

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
ασπαραγινικό οξύ < (άμεσο δάνειο) λατινική asparagus + οξύ

Πολυλεκτικός όρος

[επεξεργασία]

ασπαραγινικό οξύ ουδέτερο (και ασπαρτικό οξύ ουδέτερο)

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]