αφαλοκοπώ
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Ρήμα
[επεξεργασία]αφαλοκοπώ
- (λαϊκότροπο) άλλη μορφή του αφαλοκόβω
Κλίση
[επεξεργασία]Μεταφράσεις
[επεξεργασία] αφαλοκοπώ
|