βάνταλα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

βάνταλα, παιγνιώδης πλαστή λέξη < ἄνταλα

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

βάνταλα άκλιτο

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]