βαπτίσεις

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ρηματικός τύπος

[επεξεργασία]

βαπτίσεις

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) β' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος βαπτίζω
  2. θα βαπτίσεις: β' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος βαπτίζω

Κλιτικός τύπος ουσιαστικού

[επεξεργασία]

βαπτίσεις θηλυκό

  1. ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του βάπτιση