βεδισμός

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο βεδισμός οι βεδισμοί
      γενική του βεδισμού των βεδισμών
    αιτιατική τον βεδισμό τους βεδισμούς
     κλητική βεδισμέ βεδισμοί
Κατηγορία όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
βεδισμός < (λόγιο δάνειο) γαλλική védisme < védas, πληθυντικός αριθμός του véda + -ισμός[1]

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ve.ðiˈzmos/
τυπογραφικός συλλαβισμός: βε‐δι‐σμός

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

βεδισμός αρσενικό

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]

Αναφορές

[επεξεργασία]