γανόδερμα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- γανόδερμα < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]γανόδερμα ουδέτερο
- λευκός βασιδιομύκητας (basidiomycete macrofungus), που ανήκει στην οικογένεια μυκήτων Polyporacea
Δείτε επίσης
[επεξεργασία]- γανόδερμα στη Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] γανόδερμα