γεφυράκι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το γεφυράκι τα γεφυράκια
      γενική
    αιτιατική το γεφυράκι τα γεφυράκια
     κλητική γεφυράκι γεφυράκια
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «παιδάκι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
γεφυράκι < γέφυρα + υποκοριστικό επίθημα -άκι

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

γεφυράκι ουδέτερο

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]

για γλώσσες που δεν διαχωρίζουν το υποκοριστικό σε αυτόν τον όρο (ή γενικά) δείτε γέφυρα