γολγοθάς
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- γολγοθάς < Γολγοθάς
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /γol.γoˈθas/
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]γολγοθάς αρσενικό, μόνο στον ενικό
- ακολουθία δυσκολιών και ταλαιπωριών που συμβαίνουν σε κάποιον
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] γολγοθάς
|