διυλίζω τον κώνωπα και καταπίνω την κάμηλον
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο(23.24) οἱ διυλίζοντες τὸν κώνωπα, τὴν δὲ κάμηλον καταπίνοντες (Δείτε την αρχαία λέξη κάμιλος)
- → δείτε τη λέξη διυλίζω, κώνωψ, καταπίνω, κάμηλος
Φράση
[επεξεργασία]διυλίζω τον κώνωπα και καταπίνω την κάμηλον
- επιμένω σε ένα ασήμαντο ζήτημα και το αναλύω με σχολαστικότητα και αγνοώ αυτό που είναι πράγματι σημαντικό
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] διυλίζω τον κώνωπα και καταπίνω την κάμηλον