εξευρωπαϊσμός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- εξευρωπαϊσμός < (εξευρωπαΐζω) εξευρωπαϊσ- + -μός (-ισμός)
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /e.kse.vɾo.pa.iˈzmos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : ε‐ξευ‐ρω‐πα‐ϊ‐σμός
- παλιότερος συλλαβισμός : εξ‐ευ‐ρω‐πα‐ϊ‐σμός
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]εξευρωπαϊσμός αρσενικό
- η διαδικασία ή το αποτέλεσμα του εξευρωπαΐζω
Συγγενικά
[επεξεργασία]- → δείτε τις λέξεις εξευρωπαΐζω και Ευρώπη
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] εξευρωπαϊσμός
|
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'ναός' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά αρσενικά (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με πρόθημα εξ- (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με επίθημα -μός (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με επίθημα -ισμός (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)