ζηλαδέρφι
(Ανακατεύθυνση από ζηλαδέρφια)
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | ζηλαδέρφι | τα | ζηλαδέρφια |
γενική | του | ζηλαδερφιού | των | ζηλαδερφιών |
αιτιατική | το | ζηλαδέρφι | τα | ζηλαδέρφια |
κλητική | ζηλαδέρφι | ζηλαδέρφια | ||
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- ζηλαδέρφι < αλληλαδέρφι (με παρετυμολόγηση από το ζηλεύω)
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ζηλαδέρφι ουδέτερο
- (λαϊκότροπο) τα ετεροθαλή αδέρφια
Άλλες μορφές
[επεξεργασία]Μεταφράσεις
[επεξεργασία] ζηλαδέρφι
|