ζω με αέρα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Έκφραση
[επεξεργασία]ζω με αέρα
- δεν έχω τα στοιχειώδη οικονομικά μέσα, είμαι πολύ φτωχός
- ≈ συνώνυμα: ζω με αέρα κοπανιστό, τρώω αέρα, είμαι αδέκαρος
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] ζω με αέρα
|