ιαμβείος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: ἰαμβεῖος

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο ιαμβείος η ιαμβεία το ιαμβείο
      γενική του ιαμβείου της ιαμβείας του ιαμβείου
    αιτιατική τον ιαμβείο την ιαμβεία το ιαμβείο
     κλητική ιαμβείε ιαμβεία ιαμβείο
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι ιαμβείοι οι ιαμβείες τα ιαμβεία
      γενική των ιαμβείων των ιαμβείων των ιαμβείων
    αιτιατική τους ιαμβείους τις ιαμβείες τα ιαμβεία
     κλητική ιαμβείοι ιαμβείες ιαμβεία
ομάδα 'ωραίος', Κατηγορία όπως «ωραίος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ιαμβείος < αρχαία ελληνική ἰαμβεῖος

Επίθετο[επεξεργασία]

ιαμβείος

Συγγενικά[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]