ιδεαλιστικά

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]

ιδεαλιστικά < ιδεαλιστικός

Επίρρημα

[επεξεργασία]

ιδεαλιστικά

  1. με ιδεαλισμό, έχοντας υψηλά ιδανικά
  2. (φιλοσοφία) ακολουθώντας μια ιδεαλιστική φιλοσοφική θεώρηση

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]

Κλιτικός τύπος επιθέτου

[επεξεργασία]

ιδεαλιστικά