καλά ξυπνητούρια

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
καλά ξυπνητούρια < → δείτε τη λέξη καλά (επίρρημα), ξυπνητούρια

Εκφράσεις

[επεξεργασία]

καλά ξυπνητούρια (ειρωνικό)

  1. για κάποιον που ξυπνά ή σηκώνεται αργά, καθυστερημένα
  2. (μεταφορικά) για κάποιον που δεν αντιλαμβάνεται την κατάσταση ή πληροφορείται κάτι αργά, καθυστερημένα

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]