καμένη γη

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
καμένη γη < → δείτε τις λέξεις καμένος και γη

Έκφραση

[επεξεργασία]

καμένη γη

  1. χέρσα πυρόπληκτη περιοχή
  2. (πολιτική), (οικονομία) (μεταφορικά): υπερχρεωμένη οικονομία, μεγάλο δημοσιονομικό έλλειμμα
    παραλάβαμε καμένη γη
     συνώνυμα:: άδεια ταμεία

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]