καρδιοχτυπάω

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
καρδιοχτυπάω < καρδιοχτυπώ < καρδιοχτύπι +

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /kaɾ.ðʝo.xtiˈpa.o/

καρδιοχτυπάω

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]