κλωσοπούλι
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | κλωσοπούλι | τα | κλωσοπούλια |
γενική | του | κλωσοπουλιού | των | κλωσοπουλιών |
αιτιατική | το | κλωσοπούλι | τα | κλωσοπούλια |
κλητική | κλωσοπούλι | κλωσοπούλια | ||
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- κλωσοπούλι < κλωσόπουλο + -ι
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]κλωσοπούλι ουδέτερο
Άλλες μορφές
[επεξεργασία]- → δείτε τη λέξη κλωσόπουλο
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] κλωσοπούλι
|