κοσσάρα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
κοσσάρα < λείπει η ετυμολογία

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

κοσσάρα

Εκφράσεις

[επεξεργασία]
  • εσύ είσαι το χοντρόν της κοσσάρας τ' ωβόν (κυριολεκτικά: εσύ είσαι το χοντρό της κότας το αβγό - τα θέλεις όλα δικά σου)