λαρυγγισμός

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο λαρυγγισμός οι λαρυγγισμοί
      γενική του λαρυγγισμού των λαρυγγισμών
    αιτιατική τον λαρυγγισμό τους λαρυγγισμούς
     κλητική λαρυγγισμέ λαρυγγισμοί
Κατηγορία όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
λαρυγγισμός < λάρυγξ + -ισμός

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

λαρυγγισμός αρσενικό


Συγγενικά

[επεξεργασία]

Σύνθετα

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]