λοχαγός

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο λοχαγός οι λοχαγοί
      γενική του λοχαγού των λοχαγών
    αιτιατική τον λοχαγό τους λοχαγούς
     κλητική λοχαγέ λοχαγοί
Κατηγορία όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
λοχαγός < αρχαία ελληνική λοχαγός < λόχ(ος)- + -αγός / λόχος + ἄγω

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /lo.xaˈɣos/

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

λοχαγός αρσενικό ή θηλυκό

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]