μέλαινα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | μέλαινα | οι | μέλαινες |
γενική | της | μέλαινας | των | μελαινών |
αιτιατική | τη | μέλαινα | τις | μέλαινες |
κλητική | μέλαινα | μέλαινες | ||
Κατηγορία όπως «θάλασσα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- μέλαινα < → λείπει η ετυμολογία
Επίθετο
[επεξεργασία]μέλαινα (αρσενικό μέλας)