μαθημένα τα βουνά στα χιόνια
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- μαθημένα τα βουνά στα χιόνια < → δείτε τις λέξεις μαθημένος, τα, βουνό, στα και χιόνι στον πληθυντικό
Προφορά
[επεξεργασία]Παροιμία
[επεξεργασία]μαθημένα τα βουνά στα χιόνια
- για ανθρώπους που έχουν συνηθίσει στις ταλαιπωρίες και για αυτό έχουν αντοχή στις δύσκολες στιγμές ή στις κακουχίες
- άλλες μορφές: μαθημένα τα βουνά απ' τα χιόνια, συνηθισμένα τα βουνά στα χιόνια