μεταπουλάω

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
μεταπουλάω < μεταπωλώ

μεταπουλάω (παθητική φωνή: μεταπουλιέμαι)

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]