ξεπροβαίνω
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /kse.pɾoˈve.no/
Ρήμα
[επεξεργασία]ξεπροβαίνω
Συγγενικά
[επεξεργασία]Μεταφράσεις
[επεξεργασία] ξεπροβαίνω
|